Eρευνα του ΑΠΕ-ΜΠΕ:
Ελληνες στην Ονδούρα; Θα περίμενε κανείς να συναντήσει δυο τρεις οικογένειες, όμως σε αυτή τη φτωχή χώρα της Κεντρικής Αμερικής, οι ελληνικές φαμίλιες ξεπερνούν τις δεκαπέντε। Μάλιστα το ΑΠΕ - ΜΠΕ στην έρευνά του ανακάλυψε ότι μόνο ένας από τους πρώτους Ελληνες που ήρθε εδώ στις αρχές του 20ου αιώνα άφησε πίσω του 120 απογόνους. Είναι το μόνο κράτος της Κεντρικής Αμερικής όπου το ελληνικό στοιχείο δεν είναι συγκεντρωμένο στις μεγάλες πόλεις, αλλά βρίσκεται διάσπαρτο σε όλη τη χώρα. Συγκεκριμένα οι Ελληνες ζουν τουλάχιστον σε επτά πόλεις - χωριά. Οι περισσότεροι βρίσκονται σε καλή οικονομική κατάσταση, με δικά τους εστιατόρια, επιχειρήσεις, ξενοδοχεία και καταστήματα. Ελληνας είναι και ο μόνος εκδότης περιοδικών για το αυτοκίνητο στη χώρα. Στην Ονδούρα δημιουργήθηκε και το πρώτο ελληνικό εστιατόριο στην Κεντρική Αμερική, το 1957. Από τους πρώτους που ήρθαν στην χώρα, στις αρχές του 1920, ήταν ο Κωνσταντίνος Μαρινάκης. Εφυγε από τις Γωνιές της Κρήτης και βρέθηκε αντί για τις ΗΠΑ, που ήταν ο στόχος του, στην Ονδούρα. Δεν απογοητεύτηκε, αντιθέτως άρχισε αμέσως να δουλεύει. Ερωτεύτηκε την Rosa, η οποία ζει σήμερα στην Τεγκουσιγκάλπα (Tegucigalpa) και είναι 93 χρόνων. Από τον έρωτα αυτό σήμερα υπάρχουν 120 απόγονοι. Από αυτούς, ο συνεργάτης του ΑΠΕ ΜΠΕ Δημήτρης Παρούσης που πραγματοποιεί το γύρο του κόσμου αναζητώντας "χαμένους" Έλληνες (περισσότερα στο www.godimitris.gr) συνάντησε τον Επαμεινώνδα Μαρινάκη, έναν από τους μικρότερους γιους της φαμίλιας. Ο Επαμεινώνδας είναι ιδιοκτήτης εστιατορίων, τουριστικών επιχειρήσεων και έχει τον τίτλο του προέδρου του επιμελητηρίου Τουρισμού στην Ονδούρα. Μιλάει λίγα ελληνικά και επισκέπτεται συχνά την Ελλάδα όπου συναντιέται με τους συγγενείς. "Η Ελλάδα είναι ένα κομμάτι της ύπαρξής μας. Ο πατέρας μου απέδειξε σε τούτη τη χώρα τη δυναμική των Ελλήνων και το πείσμα τους να δημιουργήσουν, κόντρα σε οποιεσδήποτε δυσκολίες". Γεύση από Ελλάδα όμως μπορεί να πάρει κανείς στο κέντρο της πρωτεύουσας της Ονδούρας, την Tegucigalpa. Το "Mediterraneo" είναι το πρώτο ελληνικό εστιατόριο στην Κεντρική Αμερική (Γουατεμάλα, Ελ Σαλβαδόρ, Ονδούρα, Νικαράγουα) και από τα πρώτα εστιατόρια που δημιουργήθηκαν στην πρωτεύουσα. Ο Γεώργιος Ντικούλης, άφησε την οικογένειά του και την Πρέβεζα (Ρεματιά) το 1956 για να περιπλανηθεί στη Βενεζουέλα, τον Παναμά και τη Νικαράγουα. Τελικά εγκαταστάθηκε στην Ονδούρα όπου άρχισε να δραστηριοποιείται επιχειρηματικά, τότε άνοιξε και το "Mediterraneo". Από τότε γύρισε πίσω στην πατρίδα το 1973, δεκαεπτά χρόνια μετά. Γύρισε και είδε τους γιους του που ήταν παλικάρια 21 και 25 χρόνων αντίστοιχα. Επέστρεψε όμως πάλι πίσω στην Ονδούρα. Μαζί του ήρθε και ο μικρότερος γιος του ο Γιάννης. Η μάνα έμεινε και πάλι μόνη να καρτερεί. Ο Γιάννης γνώρισε τη Νένα (από την Ονδούρα) και ένας έρωτας μεγάλος γεννήθηκε. Στις αρχές του 1980 έρχονται Ελλάδα όπου γεννιέται η κόρη τους. Αλλά αποφασίζουν να ξαναγυρίσουν στην Ονδούρα. Ο Γιάννης έφερε και τον αδελφό του, τον Χρήστο. "Όταν ήρθα εδώ δε μου άρεσε καθόλου, όμως το είχα πάρει απόφαση ότι η οικογένειά μας δεν θα έπρεπε να μείνει πια χωρισμένη. Ηθελα επιτέλους να μας δούμε όλους μαζί, ας ήταν και εδώ", είπε στο ΑΠΕ ΜΠΕ ο Χρήστος Ντικούλης. Δυστυχώς η μοίρα δεν το έφερε έτσι ώστε η οικογένεια να ξαναβρεθεί μαζί. Ο πατέρας πέθανε το 1977 και η μητέρα ζει με την κόρη της σήμερα στην Αθήνα. Τα δύο αδέρφια όμως ξανάσμιξαν. Σήμερα ο Γιάννης Ντικούλης εκτός από το εστιατόριο έχει και μια εταιρεία με διαφημιστικά είδη. Ο Χρήστος Ντικούλης είναι εκδότης ενός περιοδικού για αυτοκίνητα και έχει μια από τις λίγες τηλεοπτικές εκπομπές αυτοκινήτου στην Ονδούρα. Όλα τα μέλη της οικογένειας μιλούν ελληνικά, με μεγάλο παράδειγμα τη Νένα Ντικούλη που μιλά άπταιστα ελληνικά και είναι υπεύθυνη για το εστιατόριο και τις ελληνικές λιχουδιές που προσφέρει. Στην Tegucigalpa ζουν άλλες τρεις ελληνικές οικογένειες. Ο Γιώργος Δημόπουλος είναι από τη Θεσσαλονίκη και εδώ και 38 χρόνια ζει στην Ονδούρα. Όταν πρωτοήρθε το 1970 δούλευε ως τεχνικός ραδιοσταθμών. "Την εποχή εκείνη υπήρχαν 50 ραδιοφωνικοί σταθμοί, όταν στην Ελλάδα είχαμε μόνο τρεις", είπε στο ΑΠΕ ΜΠΕ. Σήμερα στα 54 του έχει πέντε παιδιά και έχει δικό του ανταλλακτήριο συναλλάγματος. Τελευταίος Ελληνας που ήρθε να ζήσει στη χώρα είναι ο Δράκος Καρυωτάκης. Κατάγεται από το Κουνάβι Κρήτης, κοντά στο Ηράκλειο. Μεγάλωσε στον Καναδά, αλλά έπειτα από περιπλάνηση έμεινε στην Ονδούρα. Σήμερα έχει μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες εισαγωγών - εξαγωγών. "Στην Ελλάδα δεν ήθελα να γυρίσω. Είχα άσχημη εμπειρία. Ο πατέρας μου όμως έχτισε ένα σπίτι πριν κάποια χρόνια και δεν σας κρύβω ότι αυτό που λέμε πατρίδα ξύπνησε και πάλι μέσα μου και τώρα στα 49 μου τη νοσταλγώ. Όπως και να το κάνουμε πατρίδα είναι μια", εξομολογήθηκε στο ΑΠΕ - ΜΠΕ. Γνωστότερος Ελληνας στην Ονδούρα είναι ο Ζαχαρίας Παπαδάκης με τον αδελφό του Κώστα στο San Pedro Sula. Στην ίδια πόλη υπάρχουν άλλες τρεις οικογένειες. Στην πόλη La Ceiba, στις ακτές τις Καραϊβικής υπάρχουν επίσης τρεις οικογένειες. Ο Ντίνος Τσαλιώτης 84 χρόνων από την Κεφαλονιά έχει ένα εστιατόριο και ένα ξενοδοχείο με το όνομα "Παρθενώνας". Στην ίδια πόλη μένει και ο Παύλος Σεμετζίδης από τη Θεσσαλονίκη, ενώ Ελληνας είναι και ο ιδιοκτήτης του μικρού πολυκαταστήματος "Loco 8". Σε δύο άλλες πόλεις της χώρας στην Comayagua και την Siguatepeque ζουν ο Νικόλας Βουτσινάς 90 χρόνων από την Κεφαλονιά και ο Χρήστος Σεραφείμ 82 χρόνων από το γραμματικό Εδεσσας αντίστοιχα. Παράλληλα υπολογίζεται σύμφωνα με μαρτυρίες των Ελλήνων στην Ονδούρα, ότι στη χώρα υπάρχουν και πολλοί Ελληνες δεύτερης και τρίτης γενιάς, όπως ο οδοντίατρος Σιβιδάκης Μάριος, ο πρώην συνταγματάρχης Οικονόμου Αρχιμήδης και ο γιατρός Θεοδωρόπουλος. Η Ονδούρα είναι η μόνη χώρα ανάμεσα στη Γουατεμάλα, στο Ελ Σαλβαδόρ και στη Νικαράγουα που συγκεντρώνει τόσους Έλληνες. Δυστυχώς δεν υπάρχει καμία οργανωμένη ελληνική κοινότητα, ωστόσο οι περισσότεροι έχουν επικοινωνία μεταξύ τους.
* Ο συνεργάτης του ΑΠΕ - ΜΠΕ Δημήτρης Παρούσης εδώ και 683 μέρες πραγματοποιεί το γύρο του κόσμου, με στόχο να εντοπίσει "χαμένους" Ελληνες. Περισσότερα από την καθημερινή πορεία του ταξιδιού του θα βρείτε στο http://www.godimitris.gr/