* Υποτιμούν συχνά οι γονείς τής Αμερικής τη σημασία τού να μάθουν τα παιδιά τους Ελληνικά
Tου Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ*
Κάποιοι αυτοδίδακτοι ή και σπουδαγμένοι δάσκαλοι στις μεγάλες πόλεις ή και σε κοινότητες που βρίσκονται στις εσχατιές τής Αμερικής διδάσκουν την ελληνική γλώσσα στα λίγα ημερήσια και στα πολλά εβδομαδιαία («Σαββατιανά») προγράμματα τής Εκκλησίας τής Αμερικής. Κάποιοι άλλοι, πανεπιστημιακοί αυτοί, διδάσκουν ελληνική γλώσσα σε μερικά Πανεπιστήμια τής Αμερικής. Ηρωες και οι μεν και οι δε. Παίρνουν οι δάσκαλοι κουρασμένα από το καθημερινό αμερικανικό σχολικό πρόγραμμά τους παιδιά τής ελληνικής Ομογένειας, τα οποία στο σπίτι τους δεν ακούνε πια Ελληνικά, και προσπαθούν να τους διδάξουν την Ελληνική. Αυτό αγωνίζονται να κάνουν αμερικανογεννημένοι δάσκαλοι και δασκάλες, συχνά αυτοδίδακτοι, και μερικοί Ελληνες εκπαιδευτικοί αποσπασμένοι από την Ελλάδα. Σε άλλο επίπεδο και με άλλες συνθήκες - τις περισσότερες φορές αντίξοες - προσπαθούν να κάνουν το ίδιο και οι πανεπιστημιακοί, όπου σε Τμήματα Ελληνικών Σπουδών ή σε απλά προγράμματα διδάσκεται η ελληνική γλώσσα, συνήθως πια σε Αμερικανούς φοιτητές μη ελληνικής καταγωγής και σε λίγους ομογενείς.
Μια πρωτοβουλία τού Ωνασείου τής Αμερικής να συγκεντρώσει τους πανεπιστημιακούς τής Βόρειας και Νότιας Αμερικής και τού Καναδά να συζητήσουμε σε μια ημερίδα τα προβλήματα και το μέλλον τής διδασκαλίας τής ελληνικής γλώσσας στα Πανεπιστήμια και μια παράλληλη φιλόδοξη πρωτοβουλία τού Αρχιεπισκόπου Αμερικής κ. Δημητρίου, μιας επιφανούς πνευματικής προσωπικότητας τής Ορθόδοξης Εκκλησίας, να βελτιώσουμε τη διδασκαλία τής γλώσσας στα σχολικά προγράμματα τής Εκκλησίας τής Αμερικής με έφεραν στη Νέα Υόρκη, ενώ μια σειρά σεμιναρίων στους δασκάλους τής γλώσσας με έφεραν εκτός τής Νέας Υόρκης στο Πίττσμπουργκ, στην Ατλάντα, στη Βοστώνη, στη Φιλαδέλφεια και στο Σικάγο. Δίδαξα και μίλησα σε μερικές εκατοντάδες δασκάλων τής γλώσσας, επισκέφθηκα σχολεία και έζησα τα προβλήματα, συζήτησα εκτενώς μαζί τους και προβληματίστηκα κι ο ίδιος για την πορεία και το μέλλον τής ελληνικής γλώσσας στην Αμερική. Θα αναφερθώ ακροθιγώς σε μερικά από αυτά τα ζητήματα.
Βασική προϋπόθεση για να επιβιώσει η ελληνική γλώσσα στην Αμερική και να συνεχισθεί η διδασκαλία της είναι να πεισθούν οι γονείς να στέλνουν τα παιδιά τους να μάθουν Ελληνικά. Αυτό που πρέπει να καταλάβουν οι γονείς είναι ότι η γνώση τής ελληνικής γλώσσας για τα παιδιά τους δεν είναι απλώς θέμα μιας στοιχειώδους γλωσσικής επικοινωνίας στα Ελληνικά, αλλά αίσθηση ταυτότητας (να συνειδητοποιήσουν την καταγωγή τους), θέμα γνώσης μιας καλλιεργημένης ευρωπαϊκής γλώσσας που η κατάκτησή της προάγει τη σκέψη τους, αποτελώντας ένα είδος «γυμναστικής τού μυαλού» τους και συγχρόνως - αν διδαχθεί σωστά - και μια σημαντική στήριξη για τα Αγγλικά τους. Υποτιμούν συχνά οι γονείς τής Αμερικής - από άγνοια φυσικά ή έλλειψη σωστής ενημέρωσης - τη σημασία τού να μάθουν τα παιδιά τους Ελληνικά. Η χρησιμοθηρική αφελής ερώτηση των παιδιών «γιατί να μάθω Ελληνικά» είναι δυστυχώς τις περισσότερες φορές και απορία των γονέων τους. Κι από την άλλη μεριά, η ποιότητα τής διδασκαλίας τής γλώσσας, ως έχει, δεν είναι τέτοια που θα προσελκύσει τα παιδιά. Απαιτείται, λοιπόν, χωρίς άλλη καθυστέρηση μια ριζική ανανέωση και αναβάθμιση τής διδασκαλίας.
Αυτή είναι και η προσπάθεια τού Αρχιεπισκόπου Δημητρίου σε συνεργασία με τους επισκόπους τής Αμερικής. Αυτό προϋποθέτει εκσυγχρονισμό τής μεθόδου διδασκαλίας τής Ελληνικής ως ξένης γλώσσας, βιβλία κατάλληλα για την Ομογένεια τής Αμερικής, σωστά καταρτισμένους ή τουλάχιστον καλά ενημερωμένους και επιμορφωμένους δασκάλους. Μια προσπάθεια που ξεκίνησε ήδη με σειρά σεμιναρίων επιμόρφωσης, τα οποία δίδαξα σε ολοήμερη βάση, θα συνεχισθεί σε συνδυασμό με τη σύνταξη κατάλληλων βιβλίων και με στόχο την προετοιμασία ικανών δασκάλων. Στο τελευταίο αυτό τα Ελληνικά Τμήματα των Πανεπιστημίων τής Αμερικής μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο.
Αλλά και η Ελλάδα πρέπει να βοηθήσει κατάλληλα, βελτιώνοντας αυτό που ήδη κάνει. Στέλνει - με οικονομική θυσία - αποσπασμένους δασκάλους. Η επιλογή αυτών των δασκάλων πρέπει να γίνεται με αυστηρά και καθαρώς εκπαιδευτικά κριτήρια, βάσει ειδικών προσόντων και, κυρίως, με ειδική και επαρκή (σε χρόνο και μέθοδο) προετοιμασία γι' αυτό που θα κάνουν. Ξοδεύει που ξοδεύει πολλά η ελληνική Πολιτεία, ας το κάνει και σωστά κι ας αξιοποιηθούν συμπληρωματικά και ελληνικής καταγωγής δάσκαλοι που σπουδάζουν Ελληνικά στην Αμερική, πράγμα που θα τονώσει τις πανεπιστημιακές σπουδές και τελικά θα κοστίσει λιγότερο.
Ωστόσο, σίγουρο κίνητρο για τα Ελληνόπουλα τής Ομογένειας να μάθουν Ελληνικά έχει αποδειχθεί ότι αποτελούν οι οργανωμένες επισκέψεις στην Ελλάδα (μαθήματα - γνωριμία με Ελληνόπουλα - επισκέψεις πολιτιστικές - διασκέδαση), που ξεδιπλώνουν στα μάτια των παιδιών τη σύγχρονη ζωντανή ευρωπαϊκή Ελλάδα, αυτή που τα κάνει να νιώθουν περήφανα.
Η ελληνική Πολιτεία, οι πλούσιοι Ομογενείς τής Αμερικής αλλά και όσοι μπορούν (Πανεπιστήμια, φορείς, άτομα) πρέπει να αγκαλιάσουν και να βοηθήσουν αυτή την πρωτοβουλία τού Αρχιεπισκόπου Αμερικής. Η διατήρηση τής ελληνικής γλώσσας στην Ομογένεια είναι υψίστης εθνικής σημασίας θέμα με προεκτάσεις που δεν χρειάζονται ανάλυση. Δεν ξέρω πιο δυνατό, πιο βαθιά αισθητό και ευρύτερα αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό ελληνικότητας στην Ομογένεια από τη γνώση και τη χρήση τής ελληνικής γλώσσας.
Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τ. πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το ΒΗΜΑ, 07/10/2007